“The next Rembrandt” & “The DABUS case”: Artificial Intelligence as a creator

Date: April 29, 2024

The painting “The Next Rembrandt” a Flemish portrait of a man from the 17th century may look like it sprung from the great painter’s studio, but in fact is a result of an algorithm that analyzed over 168,000 icons and 350 works of Rembrandt in order to create a new original work of art. Cases like these raise the question of who ultimately owns the intellectual property rights of something arising from creative Artificial Intelligence (AI). While a respective human group has programmed AI to analyze the data, the AI system itself has done all the creative work. While the CJEU jurisprudence formulated the opinion that the human nature of the subject of intellectual property seems indisputable, the jurisprudence establishment seems to have been shaken by the famous “Dabus Case”, in which the Federal Court of Australia ruled that an AI system can be considered an ‘inventor’, under the relevant national law. From such ruling and from the general discourse on the subject, numerous questions arise, which are explored in depth by Maria in this article.

 

«The next Rembrandt» and «The DABUS case»:  

Η τεχνητή νοημοσύνη ως δημιουργός 

 

Ο πίνακας με την ονομασία «The next Rembrandt», μια φλαμανδική προσωπογραφία ενός άνδρα του 17ου αιώνα, μπορεί να μοιάζει ότι ξεπήδησε από το ατελιέ του μεγάλου ζωγράφου, όμως στην πραγματικότητα είναι το αποτέλεσμα αλγόριθμου, ο οποίος αναλύοντας πάνω από 168.000 εικονίδια σε 350 έργα του Ρέμπραντ, οδηγήθηκε στη δημιουργία ενός εντελώς καινούργιου και πρωτότυπου έργου τέχνης, που μιμείται την τεχνική του κορυφαίου ολλανδού, ενώ παράλληλα παραμένει καθόλα πρωτότυπο. Περιπτώσεις σαν αυτή, όπως το φαινόμενο «Bot Dilan», ένα πρόγραμμα με τη δυνατότητα να αναλύει παραδοσιακή ιρλανδέζικη μουσική και να δημιουργεί τα δικά του πρωτότυπα μουσικά κομμάτια, εγείρουν σημαντικά ερωτηματικά σε σχέση με το ποιος εν τέλει είναι ο δικαιούχος των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που γεννιούνται από τα αντίστοιχα έργα δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης. Τούτο δε, καθόσον, ενώ οι ανθρώπινες ομάδες που βρίσκονται πίσω από τα αντίστοιχα προγράμματα τα δίδαξαν πως να αναλύουν τα σχετικά δεδομένα, εν συνεχεία οι αλγόριθμοι φαίνεται να έκαναν όλη τη δημιουργική δουλειά. Παρά το ότι σε απάντηση των ανωτέρω ερωτημάτων, η νομολογία ΔΕΕ, διατυπώνει τη συμπαγή άποψη ότι η ανθρώπινη φύση του υποκειμένου της πνευματικής ιδιοκτησίας φαντάζει αναντίρρητη, το νομολογιακό κατεστημένο φαίνεται να συντάραξε η περίφημη «DABUS Case». Στην συγκεκριμένη περίπτωση, ένα φυσικό πρόσωπο ο Dr. Stephen Thaler κατέθεσε αίτηση ενώπιον διάφορων γραφείων Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας παγκοσμίως, αιτούμενος παραδόξως, ως εκπρόσωπος μιας τεχνητής νοημοσύνης με το όνομα Dabus, την κατοχύρωση διπλώματος για δύο ευρεσιτεχνίες. Σε απάντηση το Αμερικανικό Γραφείο απέρριψε τις σχετικές αιτήσεις υπό την αιτιολογία ότι από αυτές δεν προέκυπτε το φυσικό πρόσωπο του δημιουργού. Αντιθέτως και προς έκπληξη όλων, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Αυστραλίας απεδέχθη τις αιτήσεις [υπόθεση Thaler κατά Επιτροπής Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, 2021, FCA 879], κρίνοντας ότι ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης μπορεί κάλλιστα να είναι εφευρέτης σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία.  

 

Εκ των ανωτέρω νομολογιακών αναφορών καθίσταται αντιληπτό ότι αναφύονται δύο καίρια ερωτήματα, προς μελλοντική θεωρητική επεξεργασία και νομοθετική επίλυση. Το πρώτο έχει ήδη ως άνω τεθεί και σχετίζεται με το αν δύναται αυτοτελώς η δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη να αποτελέσει εφευρέτη ή/και δικαιούχο δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και σε περίπτωση αρνητικής απάντησης πως ρυθμίζεται η ιδιοκτησία των ως άνω διανοημάτων. Το δε δεύτερο σχετίζεται με το αν και κατά πόσο δυνάμεθα να χρησιμοποιούμε έργα που προστατεύονται από κατοχυρωμένα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για να εκπαιδεύσουμε την τεχνητή νοημοσύνη, ως παραγωγό πρωτότυπων καλλιτεχνημάτων και έργων διάνοιας. Στο πλαίσιο αυτού του προβληματισμού, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι αν η τεχνητή νοημοσύνη έχει εκπαιδευτεί σε μια πλειάδα δεδομένων (εκατομμύρια δεδομένα διαφορετικής φύσεως) που χρησιμοποιούνται για τη παραγωγή πρωτότυπων δημιουργημάτων, είναι εξαιρετικά απίθανο αυτό να συνιστά παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων, λόγω επαρκούς μεταποίησης κατά την παραγωγική διαδικασία. Αντιθέτως μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η απάντηση μεταβάλλεται άρδην αν η τεχνητή νοημοσύνη εκπαιδευτεί αποκλειστικά και μόνο σε μερικές δεκάδες εικόνες ενός συγκεκριμένου καλλιτέχνη προς δημιουργία έργων που ανταποκρίνονται σε ορισμένη τεχνοτροπία.  

 

Τα ανωτέρω παραδείγματα και σύμφυτοι προβληματισμοί καταδεικνύουν ότι στο εγγύς μέλλον οι ολοένα αυξανόμενες προκλήσεις στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης και τα νεοπαγή ήθη θα πυροδοτήσουν ρηξικέλευθες νομοθετικές πρωτοβουλίες και νομολογιακές κατασκευές, που θα κληθούν πιθανώς να επιλύσουν ένα σύνθετο γρίφο: τη σχετικοποίηση του ανθρωποκεντρικού χαρακτήρα του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας, χωρίς ουσιαστική υπονόμευση της θέσης του ανθρώπινου αποτυπώματος ως κεντρικής πηγής κάθε πρωτότυπης δημιουργίας, επί σκοπώ ρύθμισης πραγματικών καταστάσεων σύγκρουσης δικαιωμάτων, αλλά και οικονομικής εκμετάλλευσης καινοφανών πνευματικών και ακολούθως οικονομικών αγαθών.