The article refers to a recent ruling by the Supreme Court of Greece that found two court officials guilty of falsifying and misappropriating criminal documents, using their conversations in the Facebook Messenger as evidence.
Below you may find the full article in Greek
Συνομιλίες στο Facebook Messenger: Η χρήση τους ως Αποδεικτικά Μέσα σε Ποινική Δίκη
Σε πρόσφατη απόφασή του ο Άρειος Πάγος κήρυξε ένοχες δύο δικαστικές υπαλλήλους για τη νόθευση και υπεξαγωγή ποινικών δικογραφιών, στο πλαίσιο των καθηκόντων τους. Κύριο αποδεικτικό μέσο για το σχηματισμό της κρίσης του, αποτέλεσαν οι συνομιλίες των κατηγορουμένων στο Facebook Messenger, οι οποίες βρέθηκαν μετά από έλεγχο σε υπηρεσιακούς υπολογιστές.
Ειδικότερα, ο Άρειος Πάγος απέρριψε ως αβάσιμο το βασικό ισχυρισμό των κατηγορουμένων περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο λόγω της χρήσης, παρά την εναντίωσή τους, απαγορευμένου αποδεικτικού μέσου.
Εν προκειμένω, κρίθηκε ότι οι συνομιλίες μεταξύ των δύο κατηγορουμένων μέσω της εφαρμογής του Facebook Messenger, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία καθώς οι σχετικές πληροφορίες βρέθηκαν:
α) σε υπηρεσιακό ηλεκτρονικό υπολογιστή τρίτου υπαλλήλου,
β) χωρίς να γίνει διερεύνηση των προσωπικών υπολογιστών των κατηγορουμένων και
γ) χωρίς να απαιτηθεί χρήση κωδικών χρήστη ή πρόσβασης για την ανάκτησή τους.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, τα ηλεκτρονικά μηνύματα, που διατηρούνται σε τυπωμένη μορφή ή στον υπολογιστή, χωρίς χρήση κωδικού πρόσβασης, μετά την ολοκλήρωση της επικοινωνίας, δεν εμπίπτουν στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου 19 παρ. 1 Συντάγματος, άρα δεν καλύπτονται από την συνταγματική προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών.
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 περ. β’ του Ν.2472/1997 (Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα), οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις δικαστικές – εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης ή για την εξυπηρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους, εάν πρόκειται να βεβαιωθούν εγκλήματα που τιμωρούνται ως κακουργήματα ή πλημμελήματα με δόλο.
Επομένως, κρίθηκε πως δεν υπήρξε παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, εφόσον η συλλογή και η επεξεργασία των στοιχείων έγινε με τη λιγότερη δυνατή επέμβαση στην προσωπική ζωή των κατηγορουμένων και με τα ηπιότερα δυνατά μέσα επίτευξης του σκοπού, με τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.
Συμπεράσματα
- Η εν λόγω απόφαση του Αρείου Πάγου επισημαίνει τη δυνατότητα περιορισμού των δικαιωμάτων της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι δημόσιου συμφέροντος και αν η άσκησή τους προσβάλλει τα δικαιώματα τρίτων.
- Όπως έχει κριθεί από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων χωρίς την συγκατάθεση του υποκειμένου, είναι θεμιτή όταν ο επιδιωκόμενος σκοπός της προάσπισης των δικαιωμάτων δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα ηπιότερα μέσα.